υπεραγία
(Ανακατεύθυνση από Υπεραγία)
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υπεραγία θηλυκό
- (θρησκεία) ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου υπεραγία: που χαρακτηρίζεται από υπέρτατη αγιότητα (αποδίδεται στη Θεοτόκο)
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
υπεραγία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υπεραγία
|