λιντ

Από Βικιλεξικό
(Ανακατεύθυνση από ληντ)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
λιντ < γερμανική Lied (τραγούδι)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

λιντ ουδέτερο άκλιτο, συχνά απαντώμενα στον πληθυντικό ως λίντερ (γερμανικά: Lieder)

  • (μουσικολογία) μελοποιημένο ποίημα για φωνή και συνοδεία πιάνου, που άνθισε καθ' όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα στη δυτικοευρωπαϊκή μουσική

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]