πλήρωμα του χρόνου
(Ανακατεύθυνση από το πλήρωμα του χρόνου)
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]πλήρωμα του χρόνου
- η στιγμή που κάτι συμπληρώνεται, ολοκληρώνεται
- ↪έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για να δώσεις αυτά πού χρωστάς
- ↪για τον τάδε, ήγκικεν το πλήρωμα του χρόνου, είναι η ευκαιρία να αποδείξει τι αξίζει
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] πλήρωμα του χρόνου