אַתְּ

Από Βικιλεξικό
(Ανακατεύθυνση από את)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αντωνυμία

[επεξεργασία]

אַתְּ (he) (ατ) θηλυκό