çaydanlık

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /t͡ʃɑjdɑnˈɫɯk/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

çaydanlık (tr)

  • η τσαγιέρα, κουζινικό σκεύος για το βράσιμο νερού

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]