éjection

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
éjection éjections

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

éjection (fr) θηλυκό