Αγιομυργιανάκη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αγιομυργιανάκη < γενική ενικού του αρσενικού Αγιομυργιανάκης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αγιομυργιανάκη θηλυκό άκλιτο