Αγιόκαμπος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αγιόκαμπος | οι | Αγιόκαμποι |
γενική | του | Αγιόκαμπου | των | Αγιόκαμπων |
αιτιατική | τον | Αγιόκαμπο | τους | Αγιόκαμπους |
κλητική | Αγιόκαμπε | Αγιόκαμποι | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αγιόκαμπος < καθαρεύουσα Ἀγιόκαμπος < ἀγιό- + κάμπος
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /aˈʝo.kam.bos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐γιό‐κα‐μπος
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αγιόκαμπος αρσενικό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αγιόκαμπος
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'αντίλαλος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια με πρόθημα αγιό- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)