Αρμακόλας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αρμακόλας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /aɾ.maˈko.las/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αρ‐μα‐κό‐λας
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αρμακόλας αρσενικό (θηλυκό Αρμακόλα)