Ασλάνης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ασλάνης αρσενικό
- ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Ασλάνη)
- (παρωχημένο) εξελληνισμένο ανδρικό όνομα (τουρκικής προέλευσης), ο Ασλάν
Συγγενικά
[επεξεργασία]- με το όνομα: Ασλάν / Αρσλάν
- με το επώνυμο: Ασλανίδης, Ασλάνογλου, Αρσλάνογλου