Αϊστρατίτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αϊστρατίτης < Αϊ-Στράτης (< το νησί Άγιος Ευστράτιος) + -ίτης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αϊστρατίτης αρσενικό (θηλυκό Αϊστρατίτισσα)
- (πατριδωνυμικό) ο κάτοικος ή αυτός που κατάγεται από τον Αϊ-Στράτη
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Αϊστρατίτης
|