Βαβάκου

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός     2ος πληθυντικός  
κοινού γένους αρσενικό κοινού γένους
ονομαστική ο/η Βαβάκου οι Βαβακαίοι οι Βαβάκου
      γενική του/της Βαβάκου των Βαβακαίων των Βαβάκου
    αιτιατική τον/τη Βαβάκου τους Βαβακαίους τους/τις Βαβάκου
     κλητική Βαβάκου Βαβακαίοι Βαβάκου
Παραμένει άκλιτο. Το αρσενικό έχει επιπλέον κλιτές μορφές στον πληθυντικό.
Ονοματεπώνυμα -Κατηγορία όπως «Σταύρου» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Βαβάκου < γενική ενικού του αρσενικού Βαβάκος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Βαβάκου θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

[επεξεργασία]

Βαβάκου αρσενικό