Βατερλό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Βατερλό < (άμεσο δάνειο) γαλλική Waterloo (< μέση ολλανδική water + loo)
Προφορά
[επεξεργασία]Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Βατερλό ουδέτερο άκλιτο
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]- Βατερλώ (παλιότερη, συνηθισμένη γραφή, με μεταγραμματισμό του γαλλικού ⟨oo⟩ > ⟨ω⟩)
Συγγενικά
[επεξεργασία]- βατερλό (μεταφορικά)
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Βατερλό στη Βικιπαίδεια
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση ολλανδική (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πόλεις του Βελγίου (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια του Βελγίου (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)