Βλάσης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Βλάσης | οι | Βλάσηδες |
γενική | του | Βλάση | των | Βλάσηδων |
αιτιατική | τον | Βλάση | τους | Βλάσηδες |
κλητική | Βλάση | Βλάσηδες | ||
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Βλάσης < Βλάσιος• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈvla.sis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βλά‐σης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Βλάσης αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Βλάσης
|