Γαλάτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Γαλάτης | οι | Γαλάτες |
γενική | του | Γαλάτη | των | Γαλατών |
αιτιατική | τον | Γαλάτη | τους | Γαλάτες |
κλητική | Γαλάτη | Γαλάτες | ||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Γαλάτης < αρχαία ελληνική Γαλάτης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Γαλάτης αρσενικό
Μεταγραφές
[επεξεργασία]επώνυμο:
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Γαλάτης < αρχαία ελληνικά Γαλατία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Γαλάτης αρσενικό
- που είναι από τη Γαλατία (της Δυτ. Ευρώπης ή της Μικράς Ασίας)
- ※ Διόπερ εὐθέως τὰ μέγιστα τῶν ἐθνῶν, τό τε τῶν Ἰνσόμβρων καὶ Βοίων, συμφρονήσαντα διεπέμποντο πρὸς τοὺς κατὰ τὰς Ἄλπεις καὶ περὶ τὸν Ῥοδανὸν ποταμὸν κατοικοῦντας Γαλάτας, προσαγορευομένους δὲ διὰ τὸ μισθοῦ στρατεύειν Γαισάτους (Πολύβιου, Ἱστορίαι (2:22:1) ).
- ※ Οἱ δὲ ὑπὲρ τὸν Πόντον Γαλάται, οὔπω τῶν Ῥωμαίων εἰς τὴν Ἀσίαν διαβεβηκότων […] (Μέμνωνα του Ηρακλείδη, Περὶ Ἡρακλείας (1.20) ).
Πηγές
[επεξεργασία]- Γαλάτης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναύτης' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)