Γκλύξμπουργκ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Γκλύξμπουργκ < (άμεσο δάνειο) γερμανική Glücksburg[1] < Glück + πρωτογερμανική *burgz (πόλη, οχύρωση)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈgliks.buɾg/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γκλύξ‐μπουργκ
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Γκλύξμπουργκ αρσενικό άκλιτο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Γκλύξμπουργκ
→ δείτε τη λέξη Γλύξμπουργκ |
Αναφορές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)