Γκριγκόροφ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία 1

[επεξεργασία]
Γκριγκόροφ < μεταγραφή για τη βουλγαρική Григоров (Grigórov)· μορφολογικά αναλύεται σε Γκριγκόρ + -οφ

Μεταγραφή

[επεξεργασία]

Γκριγκόροφ αρσενικό, άκλιτο (θηλυκό Γκριγκόροβα)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]


Ετυμολογία 2

[επεξεργασία]
Γκριγκόροφ < μεταγραφή για τη ρωσική Григоров (Grigórov)· μορφολογικά αναλύεται σε Γκριγκόρ(ι) + -οφ

Μεταγραφή

[επεξεργασία]

Γκριγκόροφ αρσενικό, άκλιτο (θηλυκό Γκριγκόροβα)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]