Γκριγκόροφ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία 1
[επεξεργασία]- Γκριγκόροφ < μεταγραφή για τη βουλγαρική Григоров (Grigórov)· μορφολογικά αναλύεται σε Γκριγκόρ + -οφ
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Γκριγκόροφ αρσενικό, άκλιτο (θηλυκό Γκριγκόροβα)
- βουλγαρικό ανδρικό επώνυμο, αντίστοιχο ελληνικών επωνύμων όπως Γρηγορίου, Γρηγοριάδης, Γρηγορόπουλος
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]- Γκριγκόροφ < μεταγραφή για τη ρωσική Григоров (Grigórov)· μορφολογικά αναλύεται σε Γκριγκόρ(ι) + -οφ
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Γκριγκόροφ αρσενικό, άκλιτο (θηλυκό Γκριγκόροβα)
- ρωσικό ανδρικό επώνυμο, αντίστοιχο ελληνικών επωνύμων όπως Γρηγορίου, Γρηγοριάδης, Γρηγορόπουλος