Δημόδοκος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Δημόδοκος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Δημόδοκος αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Δημόδοκος
|
Πηγές
[επεξεργασία]- Δημόδοκος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.