Εκάβη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Εκάβη | ||
γενική | της | Εκάβης | ||
αιτιατική | την | Εκάβη | ||
κλητική | Εκάβη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Εκάβη < αρχαία ελληνική Ἑκάβη
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Εκάβη θηλυκό
- γυναικείο όνομα
- (ελληνική μυθολογία) → δείτε τη λέξη Ἑκάβη
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νίκη' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)