Ευφράτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ευφράτης | ||
γενική | του | Ευφράτη | ||
αιτιατική | τον | Ευφράτη | ||
κλητική | Ευφράτη | |||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ευφράτης < αρχαία ελληνική Εὐφράτης < αρχαία περσική 𐎢𐎳𐎼𐎠𐎬𐎢 (ufrātu) < ελαμική 𒌑𒅁𒊏𒌅𒅖 (ú-ip-ra-tu-iš)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ευφράτης αρσενικό, μόνο στον ενικό
- σπουδαίος ιστορικός ποταμός της Ασίας στη Μεσοποταμία
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναύτης' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία περσικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ελαμικά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ποταμοί της Ασίας (νέα ελληνικά)
- Ποταμοί (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ασίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)