Ισαβέλλα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ισαβέλλα | οι | Ισαβέλλες |
γενική | της | Ισαβέλλας | — | |
αιτιατική | την | Ισαβέλλα | τις | Ισαβέλλες |
κλητική | Ισαβέλλα | Ισαβέλλες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ισαβέλλα < εξελληνισμένη μορφή, προσαρμοσμένο (άμεσο δάνειο) ιταλική Isabella ή ισπανική Isabella, ενταγμένο στο κλιτικό σύστημα της ελληνικής (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /i.saˈve.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ι‐σα‐βέλ‐λα
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ισαβέλλα θηλυκό
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Ισαβέλλα Α΄ της Καστίλης στη Βικιπαίδεια , βασίλισσα στην Ισπανία, σύζυγος του Φερδινάνδου
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ισαβέλλα
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Δάνεια - ονόματα από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - ονόματα από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια - ονόματα από τα ισπανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - ονόματα από τα ισπανικά (νέα ελληνικά)
- Σελίδες για τεκμηρίωση
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)