Ισαχάγια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ισαχάγια < → λείπει η ετυμολογία
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Ισαχάγια θηλυκό άκλιτο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Ισαχάγια
|
Ισαχάγια θηλυκό άκλιτο
|