Καλύμνιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Καλύμνιος < Κάλυμνος + -ιος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Καλύμνιος αρσενικό, θηλυκό Καλύμνια

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]