Κατηγορία:Συμφυρμοί (λατινικά)
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γλώσσα: Λατινικά » Ετυμολογία » Μορφολογία » Συντομεύσεις » Συμφυρμοί ««« |
- Συμφυρμός: η συνένωση δύο συγγενών γλωσσικών στοιχείων για την παραγωγή ενός νέου, ανάμεικτου.
Υποκατηγορίες
Αυτή η κατηγορία έχει μόνο την ακόλουθη υποκατηγορία.
+
- Συμφυρμοί (νεολατινικά) (1 Σ)