Κατσαρώνι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Κατσαρώνι τα Κατσαρώνια
      γενική του Κατσαρωνίου των Κατσαρωνίων
    αιτιατική το Κατσαρώνι τα Κατσαρώνια
     κλητική Κατσαρώνι Κατσαρώνια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κατσαρώνι < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ka.t͡saˈɾo.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κα‐τσα‐ρώ‐νι
ομόηχο: Κατσαρώνη

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Κατσαρώνι ουδέτερο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]