Κλασσένιος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Κλασσένιος : γερμανική Classen, από το επώνυμο του Γερμανού κλασικού φιλόλογου και παιδαγωγού Johannes Classen (1805-1891)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κλασσένιος αρσενικό
- (καθαρεύουσα) ανδρικό επώνυμο, εξελληνισμένη μορφή του γερμανικού επωνύμου Κλάσ(σ)εν
Πηγές
[επεξεργασία]- Θουκυδίδου Ξυγγραφής: Τεύχος Β' Βιβλίον Β', «Μετά σημειώσεων ερανισθεισών εκ των εκδόσεων Κρυγέρου, Πώπου & Κλασσενίου, υπό Αριστοτέλους Πανταζή Μισίου, δαπάνη Γ. Κατσουροπούλου, βιβλιοπώλου» (Αθήνα: Τυπογραφείον & Βιβλιοπωλείον Κουσουλίνου και Αθανασιάδου, 1890).