Λαμπερούσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Λαμπερούσα | οι | Λαμπερούσες |
γενική | της | Λαμπερούσας | των | Λαμπερουσών |
αιτιατική | τη | Λαμπερούσα | τις | Λαμπερούσες |
κλητική | Λαμπερούσα | Λαμπερούσες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Λαμπερούσα < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /lam.beˈɾu.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Λα‐μπε‐ρού‐σα
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Λαμπερούσα θηλυκό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Νησιά της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Νησιά (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)