Λουξεμβουργιανός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Λουξεμβουργιανός < Λουξεμβούργο + -ιανός
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Λουξεμβουργιανός αρσενικό (θηλυκό Λουξεμβουργιανή)
- (εθνικό όνομα) αυτός που κατάγεται από το Λουξεμβούργο ή έχει λουξεμβουργιανή υπηκοότητα
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Λουξεμβουργιανός