Μέγδοβας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική ο Μέγδοβας
      γενική του Μέγδοβα
    αιτιατική τον Μέγδοβα
     κλητική Μέγδοβα
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Μέγδοβας < σλαβικής προέλευσης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈme.ɣðo.vas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μέ‐γδο‐βας

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μέγδοβας αρσενικό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]