Μέσος Χρόνος Γκρίνουιτς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μέσος Χρόνος Γκρίνουιτς | οι | Μέσοι Χρόνοι Γκρίνουιτς |
γενική | του | Μέσου Χρόνου Γκρίνουιτς | των | Μέσων Χρόνων Γκρίνουιτς |
αιτιατική | τον | Μέσο Χρόνο Γκρίνουιτς | τους | Μέσους Χρόνους Γκρίνουιτς |
κλητική | (Μέσε Χρόνε) Γκρίνουιτς | Μέσοι Χρόνοι Γκρίνουιτς | ||
Συνήωθς στον ενικό. | ||||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Μέσος Χρόνος Γκρίνουιτς < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική Greenwich Mean Time
- → δείτε τις λέξεις μέσος, χρόνος και Γκρίνουιτς
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]Μέσος Χρόνος Γκρίνουιτς αρσενικό
- (αναφορά χρόνου) παρωχημένος όρος για τη Συντονισμένη Παγκόσμια Ώρα. Ο τοπικός μέσος χρόνος του πρώτου μεσημβρινού της Γης που διέρχεται από το Γκρίνουιτς της Αγγλίας.
- διεθνής συντομομορφή: GMT (τζι-εμ-τι)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- μέση ώρα Γκρίνουιτς
- ώρα Γκρίνουιτς (κοινή ονομασία)
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Ο Μέσος Χρόνος Γκρίνουιτς έχει αντικατασταθεί από τη Συντονισμένη Παγκόσμια Ώρα (UTC) που μετριέται με ατομικά ρολόγια.
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- μέσος χρόνος Γκρίνουιτς στη Βικιπαίδεια
- Παγκόσμια Ώρα (Universal Time, UT)
- International Atomic Time (ITC)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Μέσος Χρόνος Γκρίνουιτς
Κατηγορίες:
- Κλίση αρσενικών πολυλεκτικών όρων (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Κλίση αρσενικών πολυλεκτικών όρων με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)