Μαγιορδόμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Μαγιορδόμος < λατινική maior domus

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Μαγιορδόμος αρσενικό

  • μεσαιωνικός τίτλος από τον 6ο αιώνα που σημαίνει κύριος του παλατιού, ο διαχειριστής του παλατιού του Βασιλιά των Φράγκων στο βορειοανατολικό βασίλειο της Αυστρασίας.

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]