Μαλιακός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Μαλιακός < εννοείται κόλπος λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μαλιακός αρσενικό

  • ο Μαλιακός Κόλπος: κόλπος της ανατολικής κεντρικής Ελλάδας, στον οποίον εκβάλει ο ποταμός Σπερχειός

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]