Μπούθουλας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μπούθουλας οι Μπούθουλες
      γενική του Μπούθουλα των Μπουθούλων
    αιτιατική τον Μπούθουλα τους Μπούθουλες
     κλητική Μπούθουλα Μπούθουλες
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Μπούθουλας < βούθουλας

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈbu.θu.las/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μπού‐θου‐λας

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μπούθουλας αρσενικό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Δημήτριος Γεωργακάς, Νεοελληνικά γλωσσικά, (Αθήνα: χ.ε. 1951)