Μύρτος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: μύρτος
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μύρτος οι Μύρτοι
      γενική του Μύρτου των Μύρτων
    αιτιατική τον Μύρτο τους Μύρτους
     κλητική Μύρτε Μύρτοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Μύρτος < η μύρτος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈmiɾ.tos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μύρ‐τος
ομόηχο: μύρτος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Μύρτος αρσενικό

  1. παραλία στην Κεφαλονιά, με χαρακτηριστικό το λευκό χρώμα
  2. ανδρικό όνομα

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]