Νεόφυτος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Νεόφυτος < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Νεόφυτος αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Νεόφυτος
|
Νεόφυτος αρσενικό
|