Πάνερμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Πάνερμος < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Πάνερμος αρσενικό

  • παράλιο χωριό στη νοτιοανατολική Νάξο και ο ομώνυμος όρμος

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]