Σαντορινιός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /san.do.ɾiˈɲos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σα‐ντο‐ρι‐νιός
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Σαντορινιός < Σαντορίν(η) + -ιός
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Σαντορινιός αρσενικό (θηλυκό Σαντορινιά)
- (πατριδωνυμικό) ο κάτοικος, ή αυτός που κατάγεται από τη Σαντορίνη (Θήρα)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- Θηραίος (επίσημο)
- Σαντοριναίος
Συγγενικά
[επεξεργασία]- σαντορίνικος
- Σαντορινιός (επώνυμο)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Σαντορινιός
|
Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]- Σαντορινιός < πατριδωνυμικό Σαντορινιός
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Σαντορινιός αρσενικό (θηλυκό Σαντορινιού)
Μεταγραφές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Σολωμός' (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ιός (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πατριδωνυμικά (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα από τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)