Σκαλάδος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Σκαλάδος < σκάλα (αναβαθμίδα) + -άδος, όπως άλλα τηνιακά χωριά

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Σκαλάδος αρσενικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]