Σκουζές

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σκουζές οι Σκουζέδες
      γενική του Σκουζέ των Σκουζέδων
    αιτιατική τον Σκουζέ τους Σκουζέδες
     κλητική Σκουζέ Σκουζέδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Τσελεμεντές (κλίση: καφές)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Σκουζές < σκουζές (φωνακλάς) < σκούζω[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /skuˈzes/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σκου‐ζές

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Σκουζές αρσενικό (θηλυκό Σκουζέ)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταγραφές

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Ιωάννης Βρεττός, Ημερολόγιον Εγκυκλοπαιδικόν, 1911, σελ. 325