Σπαθίφυλλο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Σπαθίφυλλο τα Σπαθίφυλλα
      γενική του Σπαθίφυλλου
Σπαθιφύλλου
των Σπαθίφυλλων
Σπαθιφύλλων
    αιτιατική το Σπαθίφυλλο τα Σπαθίφυλλα
     κλητική Σπαθίφυλλο Σπαθίφυλλα
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
σπαθίφυλλο

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Σπαθίφυλλο ουδέτερο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]