Στενά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: στενά
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Στενά
      γενική των Στενών
    αιτιατική τα Στενά
     κλητική Στενά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Στενά < στενά

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Στενά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]