Τιμημένος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Τιμημένος < τιμημένος
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Τιμημένος αρσενικό (θηλυκό Τιμημένου)
Τιμημένος αρσενικό (θηλυκό Τιμημένου)