Τρόφα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Τρόφα < → λείπει η ετυμολογία
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Τρόφα θηλυκό
- πόλη της Πορτογαλίας
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Τρόφα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Τρόφα
|