Χαρίσιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: χαρίσιος

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Χαρίσιος < αρχαία ελληνική Χαρίσιος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Χαρίσιος αρσενικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Χαρίσιος οἱ Χαρίσιοι
      γενική τοῦ Χαρισίου τῶν Χαρισίων
      δοτική τῷ Χαρισί τοῖς Χαρισίοις
    αιτιατική τὸν Χαρίσιον τοὺς Χαρισίους
     κλητική ! Χαρίσιε Χαρίσιοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Χαρισίω
γεν-δοτ τοῖν  Χαρισίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Χαρίσιος, ήδη μυκηναϊκή 𐀏𐀪𐀯𐀍 (ka-ri-si-jo, Χαρίσιος) [1] < επίθετο χαρίσιος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Χαρίσιος αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  1. «χάρη» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.