Χαρούλα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Χαρούλα οι Χαρούλες
      γενική της Χαρούλας
    αιτιατική τη Χαρούλα τις Χαρούλες
     κλητική Χαρούλα Χαρούλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Χαρούλα < Χαρ(ά) + υποκοριστικό επίθημα -ούλα

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Χαρούλα θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Χαρά