αδελφικότητα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αδελφικότητα < (καθαρεύουσα) ἀδελφικότης, αδελφικ(ός) + -ότητα[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.ðel.fiˈko.ti.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐δελ‐φι‐κό‐τη‐τα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αδελφικότητα και αδερφικότητα θηλυκό
- αίσθημα αλληλεγγύης μεταξύ αδερφιών
- (κατ’ επέκταση) το ίδιο αίσθημα, ανάμεσα σε στενούς φίλους
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- αδελφοσύνη και αδερφοσύνη
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη αδελφός
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αδελφικότητα
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ αδελφικότητα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας