αλάργο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αλάργο < λείπει η ετυμολογία
(πιθανόν απο το ιταλικό (λατινικό) al largo = μακρια , στην ανοιχτή θάλασσα

Επίρρημα

[επεξεργασία]

αλάργο