αλανιάρη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

αλανιάρη

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

αλανιάρη αρσενικό