αλευριών

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

αλευριών

  1. (θηλυκό) γενική πληθυντικού του αλευριά
  2. (ουδέτερο) γενική πληθυντικού του αλεύρι