αλληλοεξοντώνομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αλληλοεξοντώνομαι < καθαρεύουσα ἀλληλοεξόντ(ωσις) + -ώνομαι (αναδρομικός σχηματισμός).[1] Μορφολογικά, αλληλο- + εξοντώνομαι

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.li.lo.e.ksonˈdo.no.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: αλ‐λη‐λο‐ε‐ξο‐ντώ‐νο‐μαι

αλληλοεξοντώνομαι, π.αόρ.: αλληλοεξοντώθηκα σε τύπους του πληθυντικού (αποθετικό ρήμα)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]